Ακριβώς πλάι στο δρόμο που οδηγεί στο Νεοχωράκι, βρίσκεται μία γραφική βυζαντινή εκκλησία, μοναδικό απομεινάρι ενός άλλοτε μεγάλου και ακμαίου μοναστηριού, του μοναστηριού της Παναγίας Μπρυώνη. Η προσωνυμία “Μπρυώνη” δεν έχει εξακριβωμένη προέλευση.
Με βάση πλίνθινη επιγραφή που υπάρχει στη νότια πλευρά του ναού, ο καθηγητής Παναγιώτης Βοκοτόπουλος – ο κυριότερος μελετητής του μνημείου μετά τον Ορλάνδο- τοποθετεί την ίδρυση του ναού στο 1238, όταν Πατριάρχης στην Κωνσταντινούπολη ήταν ο Γερμανός Β´. Εξίσου όμως πιθανή είναι και η εκδοχή του Σεραφείμ, ο οποίος γράφει συγκεκριμένη χρονολογία ίδρυσης του ναού (1111) άποψη την οποία εμμέσως συμμερίζεται και ο Ορλάνδος υποστηρίζοντας ότι το 13ο αιώνα δεν έχουμε την ίδρυση του ναού αλλά τη μετασκευή της παλαιότερης ξυλόστεγης τρίκλιτης βασιλικής σε σταυροειδή με τρούλλο, και ότι σ’ αυτή τη μετασκευή έκανε τον αγιασμό ο Πατριάρχης Γερμανός Β´.
Για αιώνες το μοναστήρι ανθούσε, αλλά στα χρόνια του Αλή πασά αρπάχτηκαν τα πλούτη και τα κτήματά του απ’ τους Τούρκους και έτσι έπεσε σε παρακμή. Τελικά το 1821 πυρπολήθηκε.
Στα χρόνια 1867-1871 έγινε ριζική ανακαίνιση με εκτεταμένες επισκευές, συμπληρώσεις και ανακατασκευές, οπότε το μνημείο πήρε τη σημερινή του μορφή.
Το εξωτερικό του ναού
Το μνημείο παρουσιάζει έναν ιδιότυπο συνδυασμό σταυροειδούς εγγεγραμμένου ναού στο ανατολικό του τμήμα και τρίκλιτης βασιλικής στο δυτικό.
Ο αρχιτέκτονας – αρχαιολόγος Γεώργιος Βελένης θεωρεί ότι ο αρχικός ναός ήταν σταυροειδής εγγεγραμμένος στον τύπο των δικιονίων, αλλά κατά την ανακαίνιση του 1870, το δυτικό τμήμα του ναού αντικαταστάθηκε με την τρίκλητη βασιλική, στην οποία προστέθηκε ο νεότερος νάρθηκας.
Τα αρχικά πλινθόκτιστα μονόλοβα και δίλοβα τοξωτά παράθυρα αντικαταστάθηκαν με απλά ορθογώνια, κατά τις επισκευές που έγιναν το 1870.
Η εξωτερική ομορφιά του μνημείου βρίσκεται στο σχήμα του και κυρίως στον κεραμοπλαστικό του διάκοσμο.
Παρόμοια διακοσμητικά θέματα βρίσκουμε και στα τύμπανα της κεραίας του σταυρού, όπου εκτός των άλλων δεσπόζουσα θέση κατέχουν δύο πλίνθινες επιγραφές, οι οποίες εκτείνονται σε όλο το πλάτος των δύο τυμπάνων. Στη νότια πλευρά υπάρχει η επιγραφή: “Στα(υ)ρωπίγιο(ν) πατριαρχηκόν” ενώ η επιγραφή του βόρειου τυμπάνου είναι: “Το αγι(α)σθέν παρά Γερμανού και οικουμενικού Πατριάρχου”.
Το εσωτερικό του ναού
Εσωτερικά ο αρχικός κυρίως ναός μαζί με τον τότε νάρθηκα καταλάμβαναν τις διαστάσεις του σημερινού κυρίως ναού, αλλά το 1870 γκρεμίστηκε ο τοίχος που χώριζε τα δύο μέρη, στη θέση του τοποθετήθηκαν οι δύο δυτικές κολώνες κι έτσι ο ναός πήρε τη σημερινή εσωτερική του όψη.
Γραπτός διάκοσμος στον κυρίως ναό δεν υπάρχει, εκτός απ’ τον Παντοκράτορα στον τρούλλο και μια τοιχογραφία του 19ου αιώνα πλάι στο Δεσποτικό. Σ’ αυτή έχουμε τη σπάνια -σα θέμα- απεικόνιση του Αρχαγγέλου Μιχαήλ-Θεοφόρου (το κεφάλι του Θεού εικονίζεται στην κοιλιακή χώρα του Αρχαγγέλου) να παίρνει την ψυχή του φιλάργυρου, ενώ την διεκδικεί δικαιωματικά. και ο Διάβολος που καραδοκεί.
Οι τοιχογραφίες στην κόγχη του ιερού και στην Πρόθεση έγιναν το 1873 απ’ το Σαμαρινιό Αθανάσιο Ζωγράφο και είναι εξαιρετικής τέχνης με εναργέστατα χρώματα, διατηρούνται δε σε άριστη κατάσταση.
Εντυπωσιακότατη είναι η τοιχογραφική παράσταση της Παναγίας αιματοδακρύζουσας, καθώς οδυνάται ενώπιον του άψυχου Ιησού, στην κόγχη της Πρόθεσης. Πρόκειται για αριστουργηματική σύνθεση και η σπανιότητα του θέματος καθιστά το έργο ιδιαίτερα αξιόλογο.
Της ίδιας εποχής είναι και το ξύλινο τέμπλο με τις καλοδιατηρημένες φορητές εικόνες του και το εξαιρετικής τέχνης Βημόθυρο, όπου ξεχωρίζει η εικόνα της Παναγίας στην παράσταση του Ευαγγελισμού – έργο του ίδιου Σαμαρινιού ζωγράφου.
Θεωρείται βέβαιο πως παλιά υπήρχαν τοιχογραφίες σ’ όλο το εσωτερικό του ναού, αλλά καταστράφηκαν απ’ τη βροχή, όταν για πολλά χρόνια ο ναός παρέμεινε ασκεπής, μετά την κατάρρευση της στέγης του το 1821.
Αυτό το όμορφο βυζαντινό ερημοκλήσι, παραμένει σιωπηλός μάρτυρας μιας μακρινής δοξασμένης εποχής, της εποχής του Δεσποτάτου της Ηπείρου.
Κείμενα και εικόνες από το βιβλίο του Κων/νου Θ. Γιαννέλου «Τα Βυζαντινά Μνημεία της Άρτας»
Μονή Παναγίας Μπρυώνη
472 00
Ελλάδα